Με την Γιώτα Ιωαννίδου γνωριστήκαμε μέσω των παιδιών μας. Και δεν ξέρω πως… αλλά ήταν σαν να γνωριζόμαστε από παλιά. Η Γιώτα είναι ένας αυθόρμητος άνθρωπος. Βασικά είναι αυθεντική και δεν φοβάται να δείξει όλο αυτό που είναι, με τα πάνω του και τα κάτω του. Η απόφασή της να γράψει ένα μυθιστόρημα για την γιαγιά της που σε μια μέρα αναγκάστηκε να αφήσει αγαπημένους ανθρώπους, τον τόπο της, και να βρεθεί πρόσφυγας στην Ελλάδα με δυο μικρά παιδιά και τον άνδρα της, εκτός από εσωτερική ανάγκη ήταν και μια κατάθεση ψυχής. Όχι εύκολο… Μα ίσως γι’ αυτό ο κόσμος αγάπησε τόσο το Σοχούμ. Και γι’ αυτό η Γιώτα και το βιβλίο της των εκδόσεων Αιώρα, προτάθηκαν από τα Public για το φετινό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα. Στο Σοχούμ η Γιώτα δεν αφηγείται απλώς την ιστορία της Παναϊλας. Την τραγουδά! Η κουβέντα μας στο annastories.gr με αφορμή την επιτυχία του Σοχούμ ήταν μέσα από την καρδιά. Εύχομαι να την απολαύσετε και κυρίως να μπορέσουμε να σας στείλουμε αυτό το ωραίο κύμα αγάπης που νιώσαμε και εμείς!
Χωρίς άγγιγμα, οι άνθρωποι γίνονται λιγότερο άνθρωποι…
Κουβεντιάζω με μια αγαπημένη φίλη που πριν κάποιους μήνες έχει χάσει τον πατέρα της. Συγκινείται και εγώ σταματάω να μιλάω και ενστικτωδώς την αγκαλιάζω. Μένουμε έτσι για αρκετή ώρα. Και μετά φεύγουμε. Όταν ξανασυναντιόμαστε μου λέει: «Ξέρεις τι συνειδητοποίησα; Ότι μου έλειπε πολύ μια αγκαλιά. Σ’ ευχαριστώ!». Συγκινήθηκα και είναι αλήθεια ότι μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχα σκεφθεί πόσα πολλά μπορεί να δώσει μια αγκαλιά. Η θεραπευτική δύναμη της αγκαλιάς είναι μεγάλη. Και πλέον εξηγείται και επιστημονικά. Αλλά πέρα από την επιστημονική προσέγγιση, πρόκειται για ενστικτώδη γνώση.
Από την στήλη «Οι Νοστιμιές του Ζέφυρου» της ιστοσελίδας Writer’s Gang
Γράφει ο Ερμής:
Πριν πολλά χρόνια, σε μια χώρα, που κανείς δεν θυμάται πλέον το όνομά της, ζούσε ένα δωδεκάχρονο αγόρι. Η πατρίδα του βρισκόταν σε κατάσταση πολέμου και ο τρόμος είχε απλώσει το σκοτεινό του πέπλο πάνω από τους κατοίκους.
Μια μικρή λάμψη ελπίδας προσπαθούσε να κρατηθεί ζωντανή και να δώσει σε όλους τη δύναμη που χρειάζονταν για να προχωρήσουν στο αύριο, όμως οι συνεχείς μάχες την υπερνικούσαν.
Ήταν μια όμορφη καλοκαιρινή νύχτα, όταν συνέβη η ολοκληρωτική καταστροφή. Ο εχθρός εισέβαλλε στην πολιτεία, όπου ζούσε το αγόρι με την οικογένειά του και τυφλωμένος από ανάμικτα αισθήματα μίσους και υπεροχής, βασάνισε και σκότωσε τους αμάχους, λεηλάτησε και έκαψε τα σπίτια τους και έπειτα έφυγε υψώνοντας το αιματοβαμμένο λάβαρο του θανάτου.
Ο ήρωας της ιστορίας μας ήταν ο μοναδικός που γλύτωσε από τη θηριωδία, κρυμμένος σε μια μικρή εσοχή στον τοίχο του σπιτιού του, όπου κανείς δεν σκέφτηκε να τον ψάξει και από όπου είδε τους γονείς και τα αδέλφια του να πεθαίνουν αβοήθητοι.
΄Η μήπως και τα δυο;
Το παράπονο της μάνας μου ήταν ότι δεν διάβαζα πολύ. Δεν μπορούσε να κατανοήσει ότι αφού πρόσεχα στην παράδοση του μαθήματος είχα ήδη αφομοιώσει το 50% της γνώσης… Βέβαια, εκείνη όπως και οι περισσότεροι γονείς, πίστευαν ότι πρέπει να λιώσεις στο διάβασμα στο σπίτι προκειμένου να μάθεις και να προκόψεις! Να μην τα πολυλογώ, αφού άκρη δεν έβρισκα με τις αντιλήψεις της μαμάς μου, έβαζα μέσα στο βιβλίο ένα Μίκυ Μάους –ξέρετε, το γνωστό κόμικς. Η μητέρα μου νόμιζε ότι εγώ διάβαζα γλώσσα, αλλά εγώ απολάμβανα τις περιπέτειες του Ντόναλντ και του θείου Σκρουτζ που πάλευε να γλυτώσει την τυχερή του δεκαρίτσα από την αγαπημένη μου Μάτζικα Ντε Σπέλ. Κάποια στιγμή το κατάλαβε και το τι άκουσα δεν λέγεται… Αργότερα, στο Λύκειο, διάβαζα πάντα με μουσική. «Πώς μπορείς και συγκεντρώνεσαι, απορώ..» μου έλεγε.
Όλα τα παραπάνω δεν με εμπόδισαν να μπω στο Πανεπιστήμιο, ούτε να τελειώσω τις σπουδές μου στα τέσσερα χρόνια. Σαφώς και κάθε άνθρωπος έχει τις δυνατότητές του. Τις ευκολίες του και τις δυσκολίες του. Αλλά νομίζω ότι υπάρχει ακόμα σήμερα η εσφαλμένη –κατά την γνώμη μου- άποψη ότι τα παιδιά πρέπει να διαβάζουν ώρες ατελείωτες στο σπίτι τους μετά το σχολείο προκειμένου να μάθουν γράμματα, όπως έλεγαν και οι παλιοί.
About me
More...